Παλινωδία σημαίνει την με νέα ωδή (τραγούδι) αναίρεση του περιεχομένου προηγούμενης ωδής.
Χαρακτηριστική έμεινε στην ιστορία η «παλινωδία του Στησιχόρου», με την οποία ο ποιητής Στησίχορος εγκωμίασε την ωραία Ελένη, όταν σε προηγούμενη ωδή του την εξύβριζε.
Με την παλινωδία, κατά την παράδοση, ανέκτησε την όρασή του.
Ο Φαίδρος, στον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο, εκφώνησε έναν λόγο του Λυσία, όπου ο έρωτας παρουσιάζεται ως αγιάτρευτη μανία. Ο πρώτος λόγος του Σωκράτη κινήθηκε στην ίδια κατεύθυνση, στον δεύτερο, όμως, ο Σωκράτης, με μία παλινωδία, εγκωμιάζει τον Έρωτα και αναφέρεται στην ουσία της ανθρώπινης ψυχής.
Ο Σωκράτης περιγράφει την ψυχή ως μια αθάνατη ουσία, η οποία κινείται στον υπερουράνιο χώρο αποτελούμενη από τρία μέρη, τα δύο από τα οποία έχουν μορφή αλόγου και το τρίτο μορφή ηνιόχου. Το ένα κακότροπο, που συμβολίζει το επιθυμητικό μέρος του ανθρώπου και το άλλο υπάκουο στις εντολές του ηνιόχου που αποτελεί το συναισθηματικό μέρος της ψυχής. Ο ηνίοχος είναι ο νους της ψυχής.
Το ένα, λοιπόν, από τα δύο άλογα, αυτό που είναι στην καλύτερη θέση, έχει σώμα στητό και καλοδεμένο, τον αυχένα του ψηλό, τη μύτη του γαμψή, είναι άσπρο, με μαύρα μάτια, είναι φιλότιμο, συνετό και σεμνό, αγαπάει την αληθινή δόξα, δεν έχει ανάγκη από χτυπήματα, αλλά καθοδηγείται μόνο με λόγο και το παράγγελμα· Είναι το συναισθηματικό μέρος της ψυχής.
Το άλλο, πάλι, έχει στραβό σώμα, είναι παχύ, κακοσχηματισμένο, με χοντρό αυχένα και κοντό λαιμό, πλατυπρόσωπο, μαύρο με μάτια γκριζογάλαζα και αιματώδη, ρέπει στην ύβρη και τη αλαζονεία, είναι κουφό και έχει τριχωτά αυτιά, και πολύ δύσκολα υπακούει στα χτυπήματα με το μαστίγιο και στα κεντρίσματα. Είναι το επιθυμητικό μέρος της ψυχής.
Όταν λοιπόν ο ηνίοχος-νους δει το ερωτικό όραμα, και με τι αισθήσεις θερμάνει ολόκληρη τη ψυχή του από αυτή τη θέα και βαθμιαία ο ίδιος γεμίσει από τα προκλητικά κεντρίσματα του πόθου, το άλογο που είναι υπάκουο στον ηνίοχο, επειδή και τότε -όπως και πάντα- συγκρατείται από τη σεμνότητα, ελέγχει τον εαυτό του· όμως το άλλο άλογο δεν δίνει σημασία ούτε στο μαστίγιο, ούτε στα κεντρίσματα του ηνιόχου, πετάγεται απότομα και με βία προς τα μπρος και ταλαιπωρώντας με κάθε τρόπο το σύντροφό του και τον ηνίοχο, τους αναγκάζει να ορμήσουν επάνω στον αγαπημένο και να θυμηθούν την ομορφιά των ηδονών.
Όταν αντικρίζει την όψη αυτή ο ηνίοχος, με τη μνήμη του γυρίζει πίσω, στην πρωταρχική φύση της ομορφιάς, και τη βλέπει πάλι να δεσπόζει, συνοδευόμενη από τη σωφροσύνη, επάνω σ΄ένα βάθρο αγνότητας!